ἐξιδρῷ

ἐξιδρῷ
ἐξῑδρῷ , ἐκ-ἱδρόω
sweat
pres subj mp 2nd sg
ἐξῑδρῷ , ἐκ-ἱδρόω
sweat
pres ind mp 2nd sg
ἐξῑδρῷ , ἐκ-ἱδρόω
sweat
pres opt act 3rd sg
ἐξῑδρῷ , ἐκ-ἱδρόω
sweat
pres subj act 3rd sg
ἐξῑδρῷ , ἐκ-ἱδρόω
sweat
pres ind act 3rd sg

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Нужно решить контрольную?

Look at other dictionaries:

  • εξιδρώνω — και εξιδρώ, όω (Α ἐξιδρῶ) 1. προκαλώ την έκκριση ιδρώτα 2. ιδρώνω, αποβάλλω ιδρώτα …   Dictionary of Greek

  • συνεξιδρώ — όω, Α [ἐξιδρῶ] εξέρχομαι μαζί με τον ιδρώτα («διατὶ τὰ πολλὰ τῶν μύρων συνεξιδρῶσαι δυσώδη;», Αριστοτ.) …   Dictionary of Greek

  • αντιβιοτικά — Οργανικέςουσίες που παράγονται από μικροοργανισμούς (μύκητες, ακτινομύκητες, σχιζομύκητες) ικανές να εμποδίζουν την ανάπτυξη των διαφόρων μικροβίων ή ακόμα και να τα σκοτώνουν. Τα α. είναι τυπικά προϊόντα δευτερογενών και μικρών μονοπατιών… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”